Η άδικη ανυπαρξία του «δίκαιου» …αναπτυξιακού μοντέλου της Κυβέρνησης - Ειδικά για τις φθίνουσες περιοχές όπως η Αχαΐα

ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ ΡΟΥΠΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΥ

Εν μέσω εντεινόμενης κρίσης και συζητήσεων από διεθνή μέσα για ένα 4ο μνημόνιο, καθώς και του πρόσφατου ανασχηματισμού κατά ειρωνικό τρόπο ο …πρώην πλέον υπουργός κύριος Σταθάκης, παρουσίασε –λίγο πριν αποχωρήσει από το υπουργείο-  τις νέες αναπτυξιακές προοπτικές σε πεδία δράσεων στην θεωρητική βάση ότι η χώρα εισέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης. Εν μέσω παρατεταμένης…ύφεση.  Η βάση αυτής της προσέγγισης είναι ο Αναπτυξιακός νόμος εκείνος που αν θέλαμε να συζητάμε για σοβαρή και …δίκαιη αντιμετώπιση της κρίσης θα έπρεπε να είχε παρουσιασθεί από το 2015 και όχι να στοχεύει στην έναρξη το 2017. Την ίδια στιγμή δε που προάγεται η νέα «αναπτυξιακή δικαιοσύνη», τα ληξιπρόθεσμα σημείωσαν αύξηση 1,3 δις ευρώ τον Σεπτέμβριο, οι «δίκαιες» κατασχέσεις συνεχίζονται και πολυεθνικές και όχι μόνον εγκαταλείπουν την χώρα με αυξημένους ρυθμούς.
 
Ο νέος «Αναπτυξιακός» εκτός βέβαια από την ωραιοποίηση της παρουσίασης των επιμέρους στοιχείων του που αγγίζουν τα όρια της ουτοπίας υπό τις παρούσες συνθήκες δεν διαφέρει κατά πολύ από τον προηγούμενο (Κατσέλη). Όμως, όταν υπάρχουν πρόσφατες αναφορές από τον Υπουργό σε «χρηματοδοτική διπλωματία» ως πυλώνας ενίσχυσης της εξωστρέφειας, το μέγεθος της αδυναμίας αντίληψης της κρισιμότητας της κατάστασης καθίσταται ανησυχητικό.  Την στιγμή που μέχρι τον Αύγουστο το επίπεδο των διεθνών επενδύσεων υπήρξε…μηδενικό.   
 
Ως προς την φιλοσοφία και στόχευση δε του νέου αναπτυξιακού σχεδιασμού, πρέπει να επισημανθεί το γεγονός πως ενώ το πρόγραμμα θα έπρεπε να ενισχύει μικρές συμπληρωματικές επενδύσεις και την διαμόρφωση κατάλληλου πλαισίου εντός του αναπτυξιακού για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, κάτι τέτοιο δεν επιτυγχάνεται. Για το πώς άραγε θα προχωρήσουν επενδύσεις με το παρόν φορολογικό καθεστώς καμία αναφορά δεν γίνεται. Παραβλέποντας κατά τον τρόπο αυτό την συστηματική…αποεπένδυση που συντελείται με την επιλογή άλλης έδρας από τις χιλιάδες επιχειρήσεις.
 
Λεκτικές διατυπώσεις και ωραιοποιήσεις ουδέποτε παρήγαγαν ανάπτυξη παρά μόνον πρόφαση παρουσίασης έργου. Όμως, όταν αναφορές σε Αναπτυξιακό Συμβούλιο και Αναπτυξιακή Στρατηγική καθώς και «παραγωγικός μετασχηματισμός» χρησιμοποιήθηκαν από τον κύριο Σταθάκη ως ένδειξη καινοτόμων δράσεων, δεν είναι δυνατόν να μην επισημανθεί το γεγονός πως επί της ουσίας ο Αναπτυξιακός αδιαφορεί πλήρως για έναν συνολικό προγραμματισμό ανάδειξης των ιδιαιτεροτήτων ανά Περιφέρεια, παρουσιάζοντας ένα μάλλον αναχρονιστικό για τις τωρινές συνθήκες πλαίσιο πολιτικής. Ταυτόχρονα αδυνατεί να αναδείξει τον τρόπο ουσιαστικής στήριξης και χρηματοδότησης της καινοτομίας. Εκτός αν αυτή θα προκύψει από το αναπτυξιακό Ταμείο Συμμετοχών (Fund of Funds) όπως το παρουσίασε ο κύριος Χαρίτσης, ή από τον νέο Ταμείο Επιχειρηματικότητας που θα αφορά δανειακά προϊόντα και προϊόντα εγγυοδοσίας.
 
Σε κάθε περίπτωση κάθε ένα από τα αναφερόμενα σημεία στήριξης του αναπτυξιακού σχεδιασμού αποτελούν ακόμα ασκήσεις επί χάρτου με άγνοια βασικών παραμέτρων λειτουργίας της οικονομίας εν μέσω κρίσης. Στην παρούσα φάση το ζητούμενο και πρόβλημα ταυτόχρονα είναι η κάλυψη της ίδιας συμμετοχής, καθώς η έλλειψη ρευστότητας και η ανυπαρξία λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος καθιστά απαγορευτική την οποιαδήποτε επένδυση για μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων. Η όποια δε αναφορά στο «πακέτο Junker» που επαναλαμβάνεται συνεχώς το μόνο που καταδεικνύει είναι η αδυναμία αντίληψης του ρόλου και των πραγματικών δυνατοτήτων του.
 
Καθίσταται εμφανές πλέον πως δεν υπάρχει στρατηγική ανάπτυξης παρά μόνον παράθεση ιδεών και κάποιες προσπάθειες συγκέντρωσης ελάχιστων επενδυτικών πόρων. Είναι καιρός να γίνει κατανοητό σε όσους επιθυμούν να ασκούν πολιτική, πως  τα 100 δις ευρώ που απαιτούνται για να επανέλθει η οικονομία στα προ δεκαετίας επίπεδα, δεν αλιεύονται μέσω λεξιπλασίας θεωρητικών αναπτυξιακών εννοιών, που το μόνο που προσφέρουν είναι «παραπέτασμα καπνού» στην ανυπαρξία πραγματικής αναπτυξιακής προοπτικής και αξιοπιστίας. Σίγουρα όμως αυτή δεν μπορεί να αναδυθεί από εκείνους που άλλα γράφουν περί διπλού νομίσματος όταν είναι ακαδημαϊκοί και άλλα όταν αναλαμβάνουν υπουργικές θέσεις.