Δυτική Ελλάδα: Σε λειτουργία σύστημα προειδοποίησης για μεταδιδόμενες ασθένειες - Τι "έδειξε" για το ιό του Δυτικού Νείλου

H χώρα το «δανείζει» στη Γερμανία
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ

Στη νότια Γερμανία έφτασε πριν από δύο χρόνια το κουνούπι «τίγρης της Ασίας», διαβιβαστής μιας μεγάλης γκάμας ασθενειών. Και εκεί που σε περιοχές όπως το Φράιμπουργκ, οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι σημαίνει όχληση από τα κουνούπια, άρχισαν σιγά-σιγά να ενδιαφέρονται για το συγκεκριμένο είδος κουνουπιού που «μετακομίζει» σε βορειότερες περιοχές της Ευρώπης. Παράλληλα, κάθε άνοιξη ανεβαίνει η στάθμη των νερών του ποταμού Ρήνου με αποτέλεσμα να πλημμυρίζουν δάση και μεγάλες εκτάσεις δημιουργώντας ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη των πληθυσμών των κουνουπιών. «Πονοκέφαλο», άλλωστε, στους οργανισμούς καταπολέμησης κουνουπιών της Γερμανίας προκαλεί ο ιός Usutu που έχει εντοπιστεί σε πτηνά και θεωρείται αντίστοιχος με εκείνον του ιού του Δυτικού Νείλου.

Τα δεδομένα αυτά συζητούσαν το περασμένο χρονικό διάστημα στις συνεδριάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ελέγχου Κουνουπιών (European Mosquito Control Association, EMCA), Γερμανοί ειδικοί με Έλληνες συναδέλφους τους, οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας έχουν εγκαταστήσει και λειτουργούν με επιτυχία ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τη λοίμωξη του ιού του Δυτικού Νείλου.

Κεντρικό ρόλο στο σύστημα έχουν τα ίδια τα κουνούπια, που «συλλαμβάνονται» σε ειδικές παγίδες και εξετάζονται σε διαπιστευμένα εργαστήρια για να διαπιστωθεί μετά αν φέρουν ιούς όπως αυτός του Δυτικού Νείλου, αλλά και νεαρά κοτοπουλάκια, στα οποία γίνονται αιμοληψίες για να διερευνηθεί, επίσης, η ύπαρξη του ιού. «Πρόκειται για ένα σύστημα αξιόπιστο, λειτουργικό, εύκολο και σχετικά οικονομικό» εξηγεί στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο πρόεδρος της εταιρίας «Οικοανάπτυξη», Δρ. Σπύρος Μουρελάτος, τέως πρόεδρος της EMCA και συντονιστής του διμερούς ερευνητικού έργου συνεργασίας Ελλάδας - Γερμανίας με τον τίτλο: «εγκατάσταση συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τις μεταδιδόμενες ασθένειες από κουνούπια». Με αφορμή το γερμανικό ενδιαφέρον για τις πρακτικές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα αλλά και τη μεταφορά της σχετικής τεχνογνωσίας στη Γερμανία, γνωστοποιεί ότι η σχετική συνεργασία έχει ήδη ξεκινήσει, μετά από μια περίοδο προεργασίας από τον περασμένο Απρίλιο, ενώ θα διαρκέσει για τα επόμενα τρία χρόνια.

Αναφερόμενος στους στόχους του έργου που ξεκίνησε με τη Γερμανική πλευρά, σημειώνει ότι σε αυτούς περιλαμβάνονται η σύνδεση μεταξύ ευρωπαϊκών φορέων υψηλού κύρους (Ινστιτούτο Bernhard Noht, Οργανισμός Καταπολέμησης Κουνουπιών Γερμανίας KABBS, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και «Οικοανάπτυξη») στην ανίχνευση ιών για την επιτήρηση και την καταπολέμηση των πληθυσμών των κουνουπιών, η μετα-ανάλυση όλων των επιδημιολογικών δεδομένων που έχουν συγκεντρωθεί από το 2010 και μετά στη βόρεια Ελλάδα για την επιδημία του Δυτικού Νείλου, η προώθηση τρόπων εντοπισμού περιοχών υψηλού κινδύνου και ο προσδιορισμός του κρίσιμου χρονικού διαστήματος στο οποίο πρέπει να γίνονται παρεμβάσεις, αλλά και η δημιουργία καλών πρακτικών, καινοτόμων εργαλείων και μεθόδων για την καταπολέμηση των κουνουπιών στο αστικό περιβάλλον. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον θεωρείται και το εγχείρημα που αφορά στη δημιουργία και λειτουργία λογισμικού μέσω διαδικτυακού Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών (GIS) στην οποία χρήστες θα είναι πολίτες αλλά και επιστήμονες, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα έγκαιρης προειδοποίησης της εμφάνισης ασθενειών μεταδιδόμενων από τα κουνούπια.

Περιγράφοντας αναλυτικότερα το σύστημα, που θα χρησιμοποιείται πλέον και σε περιοχές της Γερμανίας, αναφέρει: «στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας χρησιμοποιούμε ένα δίκτυο 60 σταθερών παγίδων κουνουπιών και στο πλαίσιο αυτό, ήδη, έχουν αποσταλεί 350 ομάδες κουνουπιών στο εργαστήριο της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με το οποίο συνεργαζόμαστε. Εκεί τα κουνούπια εξετάζονται, ώστε να διαπιστωθεί αν ενέχονται στη μετάδοση του ιού του Δυτικού Νείλου και διαπιστώνεται αν είναι μολυσμένα με συγκεκριμένους ιούς. Την ίδια στιγμή γίνονται αιμοληψίες σε νεαρά κοτοπουλάκια από πενήντα χωριά της Περιφέρειας τα οποία και αποτελούν ζώα - δείκτες για την κυκλοφορία του ιού, σε συνεργασία με την Κτηνιατρική Σχολή του ΑΠΘ».

Το ίδιο σύστημα έχει ενεργοποιηθεί και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας όπως η Δυτική Ελλάδα και η Κρήτη ενώ, σύμφωνα με τον κ. Μουρελάτο, θα ήταν ευχής έργο να εφαρμοστεί και σε άλλες περιοχές της χώρας στις οποίες, μάλιστα, καταγράφηκαν φέτος κρούσματα του ιού του Δυτικού Νείλου σε ανθρώπους. «Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταγράφεται πλέον σταθερή παρουσία του ιού του Δυτικού Νείλου από το 2010 και μετά, δημιουργήσαμε και εφαρμόσαμε την τεχνογνωσία για την παρακολούθηση του επιδημιολογικού κινδύνου» τονίζει ο πρόεδρος της εταιρίας «Οικοανάπτυξη» και επισημαίνει ότι η τεχνογνωσία αυτή είναι πλέον αναγνωρισμένη διεθνώς και η εφαρμογή της διευρύνεται διαρκώς.

Τα αποτελέσματα της λειτουργίας του συστήματος στην Ελλάδα

Σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα από τη φετινή λειτουργία του συστήματος, ο κ. Μουρελάτος επισημαίνει ότι «μέχρι σήμερα έχουν εξεταστεί πολλές χιλιάδες κουνούπια και εκατοντάδες ορνίθια και δεν έχει βρεθεί ο ιός του Δυτικού Νείλου ούτε στην Κεντρική Μακεδονία ούτε στη Δυτική Ελλάδα».

Με αφορμή τις πρόσφατες επαναλαμβανόμενες και σφοδρότατες βροχοπτώσεις του Μαϊου και του Ιουνίου, σχολιάζει ότι τις αμέσως προσεχείς ημέρες θα υπάρχει κατά τόπους όχληση μικρής διάρκειας στις περιοχές που δέχτηκαν το μεγαλύτερο μέρος αυτών των βροχοπτώσεων. Ωστόσο υπογραμμίζει ότι λόγω των γενικότερων αυτών πλημμυρικών φαινομένων θα μπορούσαν να έχουν παραχθεί πολύ μεγάλοι πληθυσμοί κουνουπιών. «Οι παρεμβάσεις που έγιναν, μέχρι στιγμής, στο πλαίσιο του προγράμματος καταπολέμησης των κουνουπιών της Περιφέρειας Κεντρική Μακεδονίας υπήρξαν πολύ αποτελεσματικές, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει μέχρι σήμερα σημαντική όχληση. Αυτό αποδεικνύεται και από τα δίκτυα παρακολούθησης των κουνουπιών και από τη γραμμή εξυπηρέτησης του κοινού που δέχεται τις αναφορές του κοινού για οχλήσεις από τα κουνούπια σε συγκεκριμένες περιοχές» προσθέτει ο κ. Μουρελάτος. Υπενθυμίζει, τέλος, ότι η εν λόγω τηλεφωνική γραμμή βρίσκεται σε λειτουργία, τις εργάσιμες ημέρες και ώρες και οι πολίτες μπορούν να καλούν στον αριθμό 8001124424.

 

Διαβάστε επίσης