Πώς μπορείτε να διακρίνετε τη διαφορά ανάμεσα σε έναν μετεωρίτη και μια πέτρα

μια συστηματική αναζήτηση στη χώρα μας

Δείγματα μετεωριτών από όλη την Ελλάδα προσπαθεί να συγκεντρώσει ο Έλληνας γεωεπιστήμονας, ο οποίος επιλέχθηκε να συμμετάσχει φέτος το χειμώνα σε αποστολή της NASA για την αναζήτηση μετεωριτών στην Ανταρκτική. Ο Γιάννης Μπαζιώτης, επίκουρος καθηγητής Ορυκτολογίας-Πετρολογίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο οποίος ειδικεύεται στην Πλανητική Επιστήμη και ειδικότερα στους μετεωρίτες, πήρε την πρωτοβουλία να ξεκινήσει μια συστηματική αναζήτηση στη χώρα μας, καλώντας όποιον έχει σχετικές πληροφορίες για μετεωρίτες στην Ελλάδα, να τον ενημερώσει.

Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «αυτό το γεγονός θα ήταν πραγματικά σημαντικό για την επιστήμη των μετεωριτών στη χώρα μας. Σίγουρα, αν συλλεχθεί ένας ελάχιστος αριθμός δειγμάτων μετεωριτών, θα μπορέσει να προσελκύσει φοιτητές από την Ελλάδα, καθώς επίσης -και ανάλογα με τη σημαντικότητα του δείγματος- διακεκριμένους επιστήμονες από το εξωτερικό».

Ο ίδιος παραθέτει ορισμένα βασικά στοιχεία αναγνώρισης ενός μετεωρίτη και διάκρισής του από άλλες κοινές πέτρες:

- Το εξωτερικό του μετεωρίτη χαρακτηρίζεται από τετηγμένο φλοιό (fusion crust), ένα συνήθως μαύρο περίβλημα γύρω από το πέτρωμα, που δημιουργείται από την ανάπτυξη πολύ υψηλών θερμοκρασιών κατά το ταχύτατο πέρασμα του μετεώρου από την ατμόσφαιρα της Γης.

- Πολλοί μετεωρίτες περιέχουν μέταλλα, οπότε σε μία σπασμένη επιφάνεια του μετεωρίτη θα πρέπει κάποιος να μπορεί να αναγνωρίσει τα μεταλλικά ορυκτά.

- Αν πρόκειται για μετεωρίτη πλούσιο σε μέταλλα, τότε θα είναι αρκετά βαρύς.

- Κατά ένα μεγάλο ποσοστό θα πρέπει να έλκεται από ένα κοινό μαγνήτη λόγω της παρουσίας μετάλλου σιδήρου-νικελίου.

- Δεν θα πρέπει να αφήνει μαυρίλα στα χέρια, ωστόσο είναι πιθανή η κόκκινη γραμμή σκόνης (τη διαπιστώνουμε κατά τη σύρση του δείγματος σε μία πλάκα πορσελάνης), αν έχει οξειδωθεί το εξωτερικό τμήμα του μετεωρίτη.

- Στον μετεωρίτη το εξωτερικό τμήμα του περιέχει κάποιες μικρές κοιλότητες (όχι οπές), οι οποίες μοιάζουν με καμπυλωτές επιφάνειες σαν μικροί κρατήρες, εξαιτίας της τήξης του εξωτερικού του κατά το πέρασμα από την ατμόσφαιρα της Γης. Πολλές φορές αυτές οι κοιλότητες μοιάζουν με δακτυλικά αποτυπώματα.

- Δεν υπάρχουν πόροι (τρύπες) σε ένα μετεωρίτη.

- Είναι πολύ πιθανή η ύπαρξη χόνδρων στο εσωτερικό του (αν είναι σπασμένο το δείγμα και είναι δυνατή πρόσβαση στο εσωτερικό του πετρώματος), οι οποίοι έχουν κυκλικό συνήθως σχήμα και μπορεί να είναι ορατοί με γυμνό μάτι.

Μόνο μία επιβεβαιωμένη πτώση μετεωρίτη στον ελληνικό χώρο

Όπως είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μπαζιώτης, «το ιστορικό των μετεωριτών στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά πτωχό. Υπάρχει μόνο μία επιβεβαιωμένη πτώση μετεωρίτη τον Ιούνιο του 1818 και ένα αντίστοιχο δείγμα από την Ελλάδα που βρέθηκε στην περιοχή των Σερρών, ο λεγόμενος μετεωρίτης SERES. Υπάρχουν μερικές ακόμα ιστορικές πληροφορίες για την ύπαρξη μετεωριτών, ωστόσο δεν υπάρχει αντίστοιχο δείγμα για να χαρακτηριστούν επιβεβαιωμένες. Αυτά τα δείγματα χαρακτηρίζονται ως «αμφίβολοι» μετεωρίτες και υπάρχουν πέντε καταγραφές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η περιοχή της Λάρισας (1706), η Θράκη (452), οι Δελφοί και η Κασσάνδρα Χαλκιδικής».

Σύμφωνα με τον κ. Μπαζιώτη, σήμερα μόνο ο μετεωρίτης SERES, ο οποίος ανήκει στην κατηγορία των χονδριτών, υπάρχει επίσημα ως ελληνικής προέλευσης στη βάση δεδομένων του διεθνούς Δελτίου Μετεωριτών του Σεληνιακού και Πλανητικού Ινστιτούτου (Meteoritical Bulletin of Lunar & Planetary Institute).

Αυτή τη στιγμή, λέει ο Έλληνας ορυκτολόγος-πετρολόγος, αναφερόμενος στον μετεωρίτη SERES, «περίπου συνολικά 6,5 κιλά βρίσκονται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης και το κύριο δείγμα ανέρχεται σε 4 κιλά και 649 γραμμάρια. Μελετώ αυτό το δείγμα, με αναμενόμενη δημοσίευση των αποτελεσμάτων εντός του 2018».

Ο κ. Μπαζιώτης θα προσπαθήσει επίσης να φέρει τον μετεωρίτη στην Ελλάδα και να οργανώσει μία ανοικτή εκδήλωση για το κοινό τον Ιούνιο του 2018, ακριβώς 200 χρόνια από την πτώση του στη βόρεια Ελλάδα.

Όπως αναφέρει, «ελπίζω να εξασφαλίσω χρηματοδότηση για την οργάνωση της εκδήλωσης. Η χρηματοδότηση είναι απαραίτητη για την κάλυψη των εξόδων ενοικίασης του χώρου που θα φιλοξενήσει το μετεωρίτη και του υπεύθυνου της συλλογής μετεωριτών του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης. Επιπρόσθετα, απαιτείται ειδικό κουτί τοποθέτησης του μετεωρίτη, το οποίο θα φέρει συναγερμό, ειδική κλειδαριά, σύστημα βιντεοσκόπησης και 24ωρη φύλαξη».

Στο κυνήγι και των μικρομετεωριτών στις ταράτσες!

Ακόμη ο ίδιος προωθεί τη συλλογή και τη μελέτη μικρομετεωριτών στην περιοχή των Αθηνών. Όπως εξηγεί, η Γη δέχεται 100 τόνους αστρικού υλικού τη μέρα, εκ των οποίων η ποσότητα των κόκκων που θα διασωθεί κατά το πέρασμά τους από την ατμόσφαιρα και θα φθάσει τελικά στη Γη, αγγίζει τους δέκα τόνους. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και μικρομετεωρίτες, δηλαδή σώματα μικρότερα από ένα χιλιοστό, τα οποία συνήθως κυμαίνονται από 150 έως 300 μικρόμετρα (εκατομμυριοστά του μέτρου).

«Η πιθανότητα πτώσης μικρομετεωριτών», λέει ο κ.Μπαζιώτης, «εκτιμάται σε ένα έως δύο κόκκους ανά τετραγωνικό μέτρο ανά έτος. Μπορεί να ακούγεται πολύ μικρό το νούμερο αυτό, ωστόσο, η ταράτσα ενός σπιτιού 100 τετραγωνικών μέτρων, η οποία μπορεί να έχει να καθαριστεί πάνω από μια δεκαετία, πιθανώς να φιλοξενεί μερικούς κόκκους μικρομετεωριτών. Αν τελικά συλλεγούν μικρομετεωρίτες από διαφορετικές χώρες, τότε θα ανοίξει ένα νέο παράθυρο προς το Διάστημα. Παραφράζοντας τα λόγια του καθηγητή Genge του Imperial College, θα λέγαμε ότι το μικροσκόπιο θα μετατραπεί σε 'τηλεσκόπιο' για τον ορυκτολόγο που θα μελετήσει τέτοια εξωγήινα δείγματα».

Αν κάποιος στη χώρα μας έχει βρει ή πιστεύει ότι έχει βρει κάποιο μετεωρίτη, ο κ. Μπαζιώτης διαβεβαιώνει ότι θα μπορούσε να εξετάσει το δείγμα και να αποφανθεί κατά πόσο είναι μετεωρίτης ή όχι. Όπως λέει, «μόνο αν μελετηθεί το δείγμα, μπορούμε να εκτιμήσουμε αν πρόκειται για ένα κοινό ή σπάνιο μετεωρίτη».

Μαζί με την ομάδα φοιτητών που έχει σχηματίσει, δηλώνει πρόθυμος να εξετάσει τα δείγματα πιθανών μετεωριτών ή και μικρομετεωριτών, στην έδρα του στο Εργαστήριο Ορυκτολογίας-Γεωλογίας του Τμήματος Αξιοποίησης Φυσικών Πόρων και Γεωργικής Μηχανικής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Ιερά Οδός 75, Αθήνα).