H πολυτάλαντη Αλεξάνδρα Λέρτα μιλάει στο tempo24.news λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του «Jazz+Πράξεις 2017» με τον Πατρινό Βασίλη Σεφανόπουλο

«Ανάμεσα σε έναν ήχο Θηλυκό (φωνή) και έναν ήχο Αρσενικό (κοντραμπάσο) με τελικό αποτέλεσμα τον Διάλογο»

Μια πληθωρική μουσική βραδιά θα είναι   η δεύτερη του Jazz+Πράξεις, ην Παρασκευή 9 Ιουνίου στις 9μμ στον ατμοσφαιρικό χώρο του Αίθριου του Παλαιού Δημοτικού Νοσοκομείου Πατρών, στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας με τη διοργανωτική φροντίδα του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Πατρέων. Τη βραδιά θα ανοίξει το εκφραστικό ντουέτο INDuologue της Αλεξάνδρας Λέρτα και του Πατρινού αλλά με έδρα τη Χάγη της Ολλανδίας Βασίλη Στεφανόπουλου σε έναν διάλογο φωνής- κοντραμπάσου, σε μια αισθαντική εκδοχή πασίγνωστων τζαζ στάνταρντς.

Η Αλεξάνδρα Λέρτα (φωνή, kazoo, kalimba, κρουστά) και ο Βασίλης Στεφανόπουλος (κοντραμπάσο, loops, effects) θα αρθρώσουν την ρυθμική και μελωδία τους επί σκηνής με υλικό από το άλμπουμ τους «Blue Skies».

Στο δεύτερο μέρος της βραδιάς θα εμφανιστεί σε αποκλειστική εμφάνιση και για πρώτη φορά στην Ελλάδα το εκρηκτικό αγγλικό συγκρότημα των Dinosaur, ένα από τα πιο hot γκρουπ των ημερών μας με σπάνια διεθνή καριέρα, διακρίσεις και εγκωμιαστικές κριτικές από τα διεθνή ΜΜΕ, που μας επιφυλάσσει μια μοναδική εμπειρία με τη γεμάτη νεανική ορμή, ενέργεια, φρεσκάδα και πρωτοτυπία μουσική του.

Η εκλεκτή τραγουδίστρια και ηθοποιός Αλεξάνδρα Λέρτα μίλησε στο tempo24news για την εμφάνιση του ντουέτου στην Πάτρα  και μας αποκαλύπτει σημαντικές παραμέτρους της καριέρας της και απόψεις της για τη σημερινή πραγματικότητα στο χώρο της μουσικής και όχι μόνο.

Πώς γεννήθηκεη αγάπη για τη μουσική;

Το ενδιαφέρον για την μουσική κατά κάποιο τρόπο υπήρχε μέσα μου από πάντα. Ίσως να έγινε πιο συγκεκριμένο μέσω του ωδείου της γειτονιάς μου. Τα καλοκαίρια το ωδείο οργάνωνε συναυλίες και είχαν και μια μπάντα με πνευστά. Ο ήχος εκείνες τις καλοκαιρινές νύχτες που γίνονταν οι συναυλίες, με μάγευε. Στο σπίτι επίσης είχαμε ένα πιάνο που ήταν εκεί πριν γεννηθώ. Ήταν αντίκα και το φοβόμουν αλλά μου τραβούσε και το ενδιαφέρον ταυτόχρονα. Μετά, γύρω στα 6-7 μου χρόνια είδα ένα Γιαπωνέζικο κινούμενο σχέδιο -την λίμνη των κύκνων-με την μουσική του Τσαϊκόφσκι και ξετρελάθηκα. Ζήτησα από την μαμά μου να ξεκινήσω πιάνο και στο πρώτο μου μάθημα είπα στην δασκάλα μου ότι έχω έρθει για να μάθω να παίζω την Λίμνη των Κύκνων...

Επίσης, οι γονείς μου και ένας μου δάσκαλος στο δημοτικό με έβαζαν να τους τραγουδάω. Τους έκανε εντύπωση που έλεγα όλες τις νότες σωστά αλλά εγώ το έκανα τελείως μηχανικά. Έτσι το άκουγα το κάθε τραγούδι, έτσι το έλεγα. Όταν κάποια νότα μου ξέφευγε άκουγα κάτι ξανά και ξανά για να το λέω σωστά αλλά μέχρι εκεί. Το αληθινό μου ενδιαφέρον για την φωνή ήρθε αρκετά χρόνια αργότερα.

 

Tι σημαίνει η τζαζ για σένα στο τραγούδι και ποιες οι δυνατότητες που σου προσφέρει στην έκφραση;

Η Τζαζ είναι ένα υπέροχο είδος μουσικής. Κουβαλάει πολύ ιστορία μέσα της και νομίζω πως αυτό που με τράβηξε στο είδος ήταν αυτός ο συνδυασμός ήχου και ιστορίας και εικόνων. Είχα τόσα ερωτήματα και ψάχνοντας για απαντήσεις μάθαινα ιστορία και μουσική. Ήθελα να ξέρω από πού προέρχονταν τα μπλουζ, πώς ήταν να ζεις τότε στον Αμερικάνικο νότο  ως λευκός και ως μαύρος; Τι φόραγαν οι άνθρωποι τότε; Πως ήταν τα σπίτια που έμεναν; Τι εικόνα είχε η περίοδος του swing; Πως προέκυψε η Bebop; Πώς ήταν τα καταγώγια που μαζεύονταν και έπαιζαν οι Αφροαμερικάνοι; Πώς μπλέχτηκαν οι ήχοι της τζαζ με τα μιούζικαλς της εποχής; Τι έζησαν οι μουσικοί που άκουγα και θαύμαζα; Μέσω της μουσικής αυτής απολάμβανα ένα ταξίδι στην ιστορία και ακολουθώντας αυτό το μουσικό / ιστορικό νήμα, έμαθα να εκφράζομαι μουσικά μέσα από αυτό το είδος. Έμαθα να αυτοσχεδιάζω και να τολμώ, έμαθα να ακούω λεπτομερώς και να ψάχνω μονίμως να  βρω την δική μου προσωπική αλήθεια μέσα από ένα είδος που γεννήθηκε και άνθισε πολύ μακριά από την χώρα μου. Δεν πιστεύω ότι η Τζαζ μου προσέφερε περισσότερες δυνατότητες έκφρασης από ό,τι θα μπορούσε να μου προσφέρει κάποιο άλλο είδος μουσικής. Απλά αυτό το είδος μου άρεσε πιο πολύ και με τράβηξε και νομίζω ότι όταν κάτι σου αρέσει πολύ, ο δρόμος προς την έκφραση είναι ανοιχτός μπροστά σου.

               

Είχες μια σημαντική πορεία μουσικών σπουδών μετά την Ελλάδα στην Ολλανδία. Τι θεωρείς ότι σου προσέφερε αυτή η περίοδος; Θεωρείς τις σπουδές απαραίτητο κομμάτι για την ολοκλήρωση ενός μουσικού της τζαζ;

Η περίοδος των σπουδών μου στην Ολλανδία είναι ένα κομμάτι της ζωής μου για το οποίο είμαι ευγνώμων. Τότε δεν συνειδητοποιούσα πόσο σπουδαίο ήταν όλο αυτό. Το να βρίσκομαι σε μια ξένη χώρα, να δοκιμάζομαι μόνη μου, να έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους από διάφορους λαούς και φυσικά να ασχολούμαι αποκλειστικά με την εκμάθηση της μουσικής που αγαπούσα, ήταν ένα μεγάλο προνόμιο. Δεν έμαθα μόνο παρακολουθώντας μαθήματα αλλά και από τις επιρροές που είχα από τους γύρω μου. Μαθαίναμε ο ένας από τον άλλον και ταυτόχρονα όλοι μαζί στην τάξη. Ήταν μια εκμάθηση βιωματική. Δυσκολεύτηκα αρκετά τότε, αλλά τώρα κοιτάζοντας πίσω χαίρομαι που το έζησα όλο αυτό. Ήταν μια ωραία περιπέτεια.

Θεωρώ ότι για έναν μουσικό που θέλει να μάθει να παίζει τζαζ, οι σπουδές είναι απαραίτητες. Το είδος έχει εξελιχθεί πολύ. Οι άνθρωποι που το ξεκίνησαν δημιουργούσαν ιστορία. Έφεραν τις ρίζες μέσα τους. Εμείς τώρα καλούμαστε να μάθουμε για αυτές τις ρίζες πρώτα, ούτως ώστε να πάρουμε αυτό το πράγμα και να το πάμε παρακάτω. Επίσης σπουδάζοντάς έρχεσαι σε επαφή με κόσμο που έχει κοινό ενδιαφέρον με σένα και μαθαίνεις πολλά, πολύ περισσότερα από αν καθόσουν σπίτι και μελετούσες μόνος σου. Μαθαίνεις να παίζεις με κόσμο, να ακούς, διαμορφώνεις την αισθητική σου μέσα από μία συνεχή τριβή. Όσο κι αν μπορούμε να πάρουμε πληροφορία από το ίντερνετ και να μελετήσουμε μόνοι μας στο σπίτι, η μουσική παραμένει ένα πράγμα ομαδικό, είναι ένα μέσο επικοινωνίας και επαφής με τους άλλους. Θεωρώ ότι οι σπουδές σε εντάσσουν κατά κάποιο τρόπο σε ένα σύνολο που σε βοηθάει να μάθεις πράγματα για αυτά που σε ενδιαφέρουν με έναν τρόπο “ολιστικό”.

 

Ποιές οι αγαπημένες σου τζαζ τραγουδίστριες και πώς παντρεύονται η τέχνη του αυτοσχεδιασμού και του απρόβλεπτου με τα δεδομένα μιας γραμμένης σύνθεσης;

Είναι πολλές οι αγαπημένες μου τζαζ τραγουδίστριες. Ενδεικτικά θα αναφέρω τις Carmen McRae, Anita O’Day, Nancy Wilson, Sheila Jordan, Billie Holiday, Ella Fitzgerald, Blossom Dearie, Dinah Washington και από νεότερες τις Molly Johnson, Diana Krall, Jane Monheit, Karrin Allyson, Susannah McCorcle κι από άντρες τους Bobby McFerrin, Mark Murphy, Nat King Cole, Louis Armstrong και πολλούς άλλους. Θα μπορούσα να γράφω για ώρες! Είναι όλοι τους δάσκαλοί μου. Ακούγοντάς τους ξανά και ξανά έμαθα να τραγουδάω.

Ο αυτοσχεδιασμός στην τζαζ προέκυψε από την ανάγκη να ξεφύγει το πράγμα από το γνώριμο και χιλιοειπωμένο και να τραφεί η φαντασία και η χαρά για δημιουργία. Φαντάζομαι βέβαια πώς αυτό ισχύει για πολλά είδη μουσικής. Νομίζω πως ο αυτοσχεδιασμός είναι η ανάγκη να πεις κάτι ακόμα που υπάρχει στην σκέψη σου και πάει πέρα από αυτό που είναι γραμμένο στο χαρτί. Είναι επίσης ο τρόπος του μουσικού να πει: “έτσι έχει το πράγμα, αυτή είναι η αρχική εκδοχή και τώρα ακούστε πως το βλέπω εγώ”.

Μια γραμμένη σύνθεση προέρχεται από κάποιον που αυτοσχεδιάζει μέχρι να την ολοκληρώσει και ένας αυτοσχεδιασμός που προέρχεται από μία γραμμένη σύνθεση είναι η εξέλιξη αυτής. Είναι πράγματι ένα πολύ ενδιαφέρον πάντρεμα. Ή μία συνεχής εξέλιξη μιας συγκεκριμένης ιδέας.

Με τον Βασίλη Στεφανόπουλο πώς γνωριστήκατε; Θα μας παρουσιάσετε στο πλαίσιο του «Jazz+Πράξεις 2017» ένα πρόγραμμα βασισμένο σε τζαζ στάνταρντς. Πες μας για τη χημεία σας, για τον τρόπο που λειτούργησε τόσο στο δίσκο όσο και στις συναυλίες σας, για τη λειτουργία του ντουέτου, αλλά και για την οπτική με την οποία προσεγγίζετε αυτά τα κομμάτια.

Με τον Βασίλη γνωριστήκαμε στην Ολλανδία και παίζαμε μαζί σε διάφορα σχήματα μέχρι να φτάσουμε να κάνουμε αυτό το ντουέτο. Έχουμε βρει έναν τρόπο να συνεννοούμαστε μουσικά και να παντρεύουμε τις αισθητικές μας και έχουμε την ίδια αγάπη και αίσθηση ευθύνης απέναντι σε αυτό που κάνουμε. Και στον δίσκο και στις συναυλίες προσπαθούμε να ακούμε ο ένας τον άλλον, να καταλαβαίνουμε που μας πάει το πράγμα και να ψυχανεμιζόμαστε πότε πρέπει να σπρώξει ο ένας τον άλλον και πότε πρέπει  ο ένας από τους δυο να κάνει πίσω. Θα έλεγα πως είναι μια αρκετά υγιής συνεργασία και χαίρομαι που είναι μέρος της μουσικής μου πορείας. Τα κομμάτια τα προσεγγίζουμε με βάση το κείμενο περισσότερο. Βλέπουμε τι λέει η ιστορία του κάθε τραγουδιού και προσπαθούμε να την διηγηθούμε μουσικά μέσα από την δική μας οπτική.

 

Παράλληλα διατηρείς το σχήμα The Ad Hoq Quartet και έχεις συνεργαστεί και με άλλους Έλληνες μουσικούς. Ποιες οι εντυπώσεις σου και οι επιδιώξεις σου από αυτά τα σχήματα;

Το σχήμα Ad Hoq δεν το διατηρώ πλέον. Η πορεία του έληξε λίγο μετά αφότου επέστρεψα στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο να κρατηθεί ένα μεγάλο σχήμα όταν τα μέλη του είναι σπαρμένα εδώ κι εκεί. Ο καθένας μας πήρε τον δρόμο του αλλά για μένα ήταν μια ευχάριστη αφετηρία σαν επαγγελματίας, μιας και ήταν το πρώτο μου σχήμα μετά την αποφοίτησή μου από το κονσερβατόριο της Χάγης.

Το δεύτερο πρότζεκτ που διατηρώ είναι το The Echoing Green με μουσική και κομμάτια δικά μου. Ο δίσκος που ετοιμάσαμε είναι στο τελευταίο στάδιο δημιουργίας και σύντομα θα κυκλοφορήσει, αρχικά σε digital μορφή. Τα μέλη της μπάντας είναι οι Γρηγόρης Ντάνης (ηλεκτρική κιθάρα), Γιώργος Τσουράπης (ακουστική κιθάρα), Ντίνος Μάνος (ηλεκτρικό μπάσο / κοντραμπάσο) και Νίκος Σιδηροκαστρίτης (τύμπανα). Το μουσικό ύφος αυτού του πρότζεκτ είναι λιγότερο τζαζ και περισσότερο επηρεασμένο από το singer / songwriter και American folk ιδίωμα.

Όσο από το InDuologue άλλο τόσο και από το νέο μου σχήμα, επιδιώκω να τροφοδοτώ την φαντασία μου με νέες ιδέες, αποζητώ την χαρά της δημιουργίας και την δουλειά προς τον δρόμο για την απελευθερωμένη έκφραση. Αγαπώ τις δημιουργικές πρόβες όπου γεννιούνται νέες ιδέες και χτίζονται τα πράγματα.

 

Ζώντας σε Ελλάδα και Ολλανδία και δεδομένης της ύπαρξης πολύ καλών τζαζ μουσικών στην Ελλάδα, ποια η άποψή σου για τις ευκαιρίες που έχουν αυτοί στη χώρα μας; Στην περίοδο της κρίσης ποια θα μπορούσε να είναι μια διέξοδος απόδρασης από τη δυσάρεστη πραγματικότητα των ημερών;

Η Ελλάδα έχει πραγματικά ανεβάσει πολύ το μουσικό της επίπεδο στον χώρο της Τζαζ. Πολλοί έφυγαν και σπούδασαν έξω και γύρισαν φέρνοντας νέο αέρα αλλά και πολλοί που έμειναν και σπούδασαν εδώ την τελευταία δεκαετία είναι εξαιρετικά ενημερωμένοι και διαβασμένοι. Στην χώρα μας οι ευκαιρίες είναι περιορισμένες. Το ίδιο και οι αμοιβές. Παρόλο που η τζαζ έχει γίνει λίγο μόδα τα τελευταία χρόνια, η πραγματική μουσική κουλτούρα του μέσου Έλληνα είναι άλλου είδους. Πολλά είναι τα live που συμβαίνουν κάτω από την μύτη του κόσμου, που βλέπεις να έχουν likes και attends στο facebook και τελικά, επί της ουσίας, ο κόσμος που εμφανίζεται για να τα ακούσει είναι περιορισμένου αριθμού.

Η έλλειψη μουσικών σκηνών είναι επίσης ένα σοβαρό θέμα που δεν βοηθάει. Δεν υπάρχει ένας χώρος με καλό ήχο, με ηχολήπτες και φωτοτεχνικούς, με μία άλφα υποδομή που να μπορεί να στεγάσει ένα τέτοιο μουσικό ρεύμα. Ο κόσμος έχει συνηθίσει να πηγαίνει στα μπαράκια και να πίνει και να μιλάει την ώρα που οι μουσικοί παίζουν. Δεν θα έπρεπε να είναι μόνο έτσι. Η live μουσική δεν θα έπρεπε να έχει σε τόσο μεγάλο βαθμό τον ρόλο του background. Θα ήταν υπέροχο να υπάρχουν μέρη όπου ο κόσμος πάει για να ΑΚΟΥΣΕΙ μουσική. Γιατί πρέπει αυτή η συνήθεια να ισχύει μόνο σε σκηνές του Μεγάρου Μουσικής, του Ηρωδείου και της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών; Γιατί να μην μπορεί κάποιος μια Κυριακή απόγευμα ή μια Τετάρτη βράδυ να ξέρει ότι θα πάει στον τάδε χώρο, θα ακούσει καλή live μουσική και μετά μπορεί να πάει σπίτι του ή για ποτό ή όπου αλλού θέλει; Γιατί μάθαμε να παρακολουθούμε θέατρο σιωπηλοί και μουσική όχι; Μάλλον γιατί δεν υπάρχουν τρεις, τέσσερις σωστοί χώροι να επιβάλλουν τις σωστές συνθήκες. Γι’ αυτό. Κι όμως αυτή είναι η διέξοδος από την κρίση. Η ομορφιά, η ησυχία, η ποιότητα. Η κρίση που βιώνουμε δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι πολιτιστική. Η κουλτούρα μας είναι σε βαθιά κρίση και φοβάμαι πως αυτό δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη χρημάτων. Δυστυχώς.

 

Παράλληλα με τη μουσική, δραστηριοποιείσαι καλλιτεχνικά στο χώρο του θεάτρου. Ποιες οι σημαντικότερες συνεργασίες σου στο χώρο αυτό και με ποιο τρόπο το θέατρο υπογραμμίζει και ισχυροποιεί την καλλιτεχνική διάσταση μιας ερμηνεύτριας; Ποια η συμβολή της θεατρικής ιδιότητάς σου στην παρουσία σου στις συναυλίες;

Όλες μου οι συνεργασίες στον χώρο του θεάτρου ήταν ξεχωριστές και μου έμαθαν πράγματα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω καμία υπέρ κάποιας άλλης. Η θεατρική μου παιδεία με έμαθε να διακρίνω, πέρα από την μουσική, το νόημα του λόγου και έπειτα πως να παντρεύω αυτά τα δυο πάνω στην σκηνή. Ο τραγουδιστής σε αντίθεση με όλα τα άλλα όργανα έχει την δύναμη να μιλήσει κατευθείαν στην γλώσσα του θεατή. Έχει την δύναμη του λόγου. Αυτό είναι κάτι που πολλές φορές μπερδεύει τους μαθητές μου. Παλεύουν με την τεχνική. Παλεύουν να χτυπήσουν μια ψηλή νότα ή να πετύχουν μια συγκεκριμένη χροιά επειδή την άκουσαν κάπου και τους άρεσε και θυμώνουν όταν δεν μπορούν και περιμένουν να τους πω ποιούς μύες πρέπει να κινήσουν για να τους βγει η νότα ή η χροιά. Και τότε τους λέω: “πρέπει να ξέρεις τι θέλεις να πεις”. Πάνω από την μουσική και τις ωραίες και εντυπωσιακές νότες, είναι η ιστορία που διηγείσαι. Αν βρεις το νόημα αυτού που θέλεις να πεις, ο ήχος θα έρθει και θα τον πλάσεις όπως θέλεις. Αλλά αν δεν ξέρεις τι εκφράζεις με τον ήχο σου τότε η διήγησή σου δεν θα έχει χρώμα, ούτε ρυθμό και μια πετυχημένη νότα από μόνη της δεν λέει τίποτα σε κανέναν. Στην ζωή μας θυμώνουμε, λυπόμαστε, χαιρόμαστε και όλα αυτά βγαίνουν αβίαστα στον ήχο μας γιατί εκείνη την στιγμή εκφράζουμε με ειλικρίνεια το νόημα αυτού που μας συμβαίνει. Δεν βρίσκω γιατί θα έπρεπε να είναι διαφορετικά στο τραγούδι.

Στην σκηνή πάνω θέλω και προσπαθώ να εκφράζομαι με ειλικρίνεια. Προσπαθώ να επικοινωνήσω αυτό που λέω και μου συμβαίνει εκείνη την στιγμή. Λέω “προσπαθώ” γιατί δεν είναι πάντα εύκολο. Η σκηνή είναι μια γνωστή / άγνωστη και μεταβλητή χώρα. Όλοι όσοι δουλεύουμε πάνω σε αυτή ξέρουμε πως είναι εκεί και μας καλεί να ταξιδέψουμε πάνω της. Όλοι μας την επισκεπτόμαστε άλλοτε με τρόμο ή δέος, άλλοτε με πάθος και ανυπομονησία, άλλοτε ήρεμα και στωικά. Ο καθένας μας βιώνει διαφορετικά την εμπειρία του, γράφει και σβήνει  και φτιάχνει τον δικό του χάρτη ασταμάτητα, διανύοντάς την ως το τέλος της καριέρας του.

 

Ένα σημαντικό μέρος επίσης της δουλειάς σου είναι οι μεταγλωττίσεις ταινιών. Πώς εντάσσεις το δημιουργικό πεδίο που σου εξασφαλίζει αυτή η δραστηριότητα στη γενικότερη καλλιτεχνική σου εικόνα;

Ο μεταγλωττισμός – όχι μόνο ταινιών αλλά και στην τηλεόραση, είναι μια δουλειά που κάνω σχεδόν 20 χρόνια. Έμαθα να την αγαπώ αυτή την δουλειά κάνοντας την και ανακάλυψα σε κάποια στιγμή κατά την διάρκεια των σπουδών μου στην Ολλανδία πόσο χάρις στον μεταγλωττισμό έμαθα να μην “ντρέπομαι” τους ήχους. Έμαθα πως να χρησιμοποιώ διαφορετικές χροιές χωρίς φόβο και να τις εντάσσω μέσα στο τραγούδι προκειμένου να εξυπηρετήσω έναν νοηματικό στόχο. Πολλές φορές οι σπουδαστές τραγουδιού προσπαθούν να παράγουν μόνο “ωραίους” ήχους. Αέρινες φωνές και βιμπράτα δίνουν και παίρνουν και τελικά το ηχητικό αποτέλεσμα είναι περιορισμένο. Ο μεταγλωττισμός μου έμαθε και μου υπενθυμίζει να αντιμετωπίζω τον ήχο με χιούμορ και φαντασία. Στην μελέτη του τραγουδιού όλοι οι ήχοι πρέπει να επιτρέπονται. Τολμάς, δοκιμάζεις, γελάς και κρατάς ό,τι σου κάνει.

 

Αν θα χαρακτήριζες με δυο λέξεις (αντιστοιχώντας στη φωνή σου και στο κοντραμπάσο) την εμπειρία σου στη σκηνή με τον Βασίλη Στεφανόπουλο, πώς θα την χαρακτήριζες; Και πώς με μια λέξη περιγράφοντας το τελικό αποτέλεσμα;

Θα έλεγα πως είναι το μπέρδεμα  ανάμεσα σε έναν ήχο Θηλυκό  (φωνή) και έναν ήχο Αρσενικό (κοντραμπάσο). Το τελικό αποτέλεσμα είναι ο  Διάλογος.

 

***Η Αλεξάνδρα Λέρτα γεννήθηκε στην Αθήνα. Στα δεκαεφτά της ξεκίνησε μαθήματα τραγουδιού με την Λένα Γιωργαλή και παράλληλα ξεκίνησε να παρακολουθεί σεμινάρια Musical θεάτρου στο Λονδίνο (Central School of Speech and Drama, Mountview Academy of theatre Arts, Guildford Theatre School).

Το 2006 ξεκίνησε τις σπουδές της στην Ολλανδία στο Codarts Conservatory στο Ρότερνταμ. Το 2007 αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές της στο Βασιλικό Κονσερβατόριο της Χάγης από όπου και αποφοίτησε το 2011. Την περίοδο αυτή, στην Ολλανδία, είχε την τύχη να παρακολουθήσει σεμινάρια σπουδαίων μουσικών όπως Jocelyn Smith, Bobby McFerrin, David Liebman, Sanna van Vliet, Fay Claasen, Branford Marsalis κ.α.

Εμφανίζεται σε bars, clubs και σκηνές σε Ελλάδα και Ολλανδία. Mε την δουλειά της–The AdHoq Quartet αλλά και με το InDuologue εμφανίστηκε σε πολλά φεστιβάλ : 2ο International Kalamata Jazz Festival, Music Festival Ladona, Petite Fleur Jazz Festival κ.α.

Στην Ελλάδα έχει συνεργαστεί με σημαντικούς Έλληνες μουσικούς όπως τους Γιάννη Παπαναστασίου, Παντελή Μπενετάτο, Κωσταντίνο Κωσταντίνου, Σπύρο Μάνεση, Αποστόλη Λεβεντόπουλο, Κώστα Χριστοδούλου, Βασίλη Στεφανόπουλο, Γιώργο Τσώλη, Γιάννη Παπαδόπουλο, Δημήτρη Κλωνή, Θοδωρή Κότσυφα, Γιώργο Γεωργιάδη, Ντίνο Μάνο κ.α.

Πριν ακολουθήσει την μουσική της πορεία, σπούδασε Δραματική Τέχνη στην Σχολή Εθνικού Θεάτρου στην Αθήνα (1998-2001)

Στο θέατρο συνεργάστηκε με τους σκηνοθέτες: Στάθη Λιβαθινό, Λευτέρη Βογιατζή και Κατερίνα Ευαγγελάτου.

Γιώτα Κοντογεωργοπούλου