Οταν οι ελιτ παίζουν με την φωτιά

του Μάρτιν Γουλφ *

Αν οι ελίτ δεν αντιμετωπίσουν την οικονομική στασιμότητα και την μετανάστευση, η άνοδος των λαϊκιστών στην εξουσία είναι αναπόφευκτη. Πώς θα εξισορροπηθεί η εθνική κυριαρχία, με την ανάγκη για παγκόσμια συνεργασία; Πέντε βήματα που πρέπει να γίνουν.

«Για κάθε πολύπλοκο πρόβλημα, υπάρχει μία απάντηση που είναι ξεκάθαρη, απλή και λανθασμένη». Ο Χ.Λ. Μένκεν θα μπορούσε να σκεφτόταν τις σημερινές πολιτικές εξελίξεις, όταν έγραφε τα παραπάνω λόγια. Ο δυτικός κόσμος είναι, αναμφίβολα, αντιμέτωπος με μεγάλα προβλήματα, με κυριότερο την απογοήτευση πολλών πολιτών. Ανάλογα, πολιτικοί όπως ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και η Μαρίν Λεπέν στην Γαλλία, προσφέρουν ξεκάθαρες, απλές και λανθασμένες λύσεις, όπως ο εθνικισμός, ο αυτοχθονισμός και ο προστατευτισμός. Το φάρμακο που προτείνουν είναι, στην καλύτερη περίπτωση, αμφιλεγόμενο. Αλλά η ασθένεια είναι πραγματική.

Αν οι κυβερνώσες ελίτ συνεχίσουν να μην προσφέρουν πειστικές θεραπείες, μπορεί πολύ σύντομα να ηττηθούν –μαζί τους δε και η προσπάθεια να παντρευτεί η δημοκρατική διακυβέρνηση με μία ανοικτή και συνεργατική παγκόσμια τάξη.

Ποια είναι η εξήγηση για αυτό το πισωγύρισμα; Μεγάλο μέρος της απάντησης αφορά στην οικονομία.

Η αύξηση της ευημερίας είναι από μόνη της ένα αγαθό. Αλλά δημιουργεί επιπλέον και την πιθανότητα για πολιτικές θετικού αθροίσματος. Αυτό αποτελεί βασικό στήριγμα της δημοκρατίας, γιατί δίνει σε όλους την δυνατότητα να βελτιώσουν ταυτόχρονα την θέση τους. Όταν η ευημερία αυξάνεται, οι πολίτες μπορούν να συμφιλιωθούν με τις οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές. Η οικονομική στασιμότητα, αντίθετα, υποθάλπει τον θυμό.

 McKinsey ρίχνει άπλετο φως στο τί συμβαίνει, σε μία έκθεση που τιτλοφορείται εύστοχα «Φτωχότεροι από τους Γονείς τους;» και η οποία καταδεικνύει πως πολλά νοικοκυριά υποφέρουν από την στασιμότητα ή την υποχώρηση των πραγματικών εισοδημάτων. Το 65% με 70% των νοικοκυριών σε 25 χώρες υψηλών εισοδημάτων το βίωσαν αυτό ανάμεσα στο 2005 με 2014. Την περίοδο από το 1993 ως το 2005, ωστόσο, μόνον το 2% υπέφερε από στάσιμα ή μειούμενα εισοδήματα. Αυτό αφορά στο αγοραίο εισόδημα. Εξ αιτίας της δημοσιονομικής αναδιανομής, το ποσοστό που υπέφερε από στάσιμα πραγματικά εισοδήματα ήταν μεταξύ 20% με 25%.

Η McKinsey εξέτασε την προσωπική ικανοποίηση μέσα από έρευνα σε 6.000 Γάλλους, Βρετανούς και Αμερικανούς. Η συμβουλευτική εταιρεία βρήκε ότι η ικανοποίηση βασίζεται περισσότερο στο κατά πόσον οι άνθρωποι βελτίωναν την θέση τους σε σχέση με άλλους που ήταν σαν και αυτούς στο παρελθόν, παρά στο αν βελτιώνονταν σε σχέση με αυτούς που είναι σήμερα σε καλύτερη θέση. Το συμπέρασμα είναι πως οι άνθρωποι προτιμούν να βελτιώνουν την θέση τους, ακόμα και αν δεν φτάνουν στο επίπεδο όσων βρίσκονται σήμερα σε καλύτερο επίπεδο. Τα στάσιμα εισοδήματα απασχολούν τους ανθρώπους περισσότερο από την αύξηση της ανισότητας.

Η βασική εξήγηση για την παρατεταμένη στασιμότητα στα πραγματικά εισοδήματα είναι οι οικονομικές κρίσεις και η αδύναμη ανάκαμψη που ακολούθησε. Οι εμπειρίες αυτές έχουν καταστρέψει την εμπιστοσύνη στην ικανότητα και την ακεραιότητα των επιχειρηματικών, διοικητικών και πολιτικών ελίτ. Αλλά υπάρχουν και άλλες δυσμενείς μεταστροφές. Μεταξύ αυτών είναι η γήρανση του πληθυσμού (πολύ σημαντικό πρόβλημα στην Ιταλία) και η μείωση του μεριδίου των μισθών στο εθνικό εισόδημα (εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ολλανδία).

Η στασιμότητα των πραγματικών εισοδημάτων για το μεγαλύτερο διάστημα που έχει καταγραφεί από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, είναι ένα θεμελιώδες πολιτικό δεδομένο. Αλλά δεν είναι η μόνη πηγή δυσαρέσκειας. Για πολλά μέλη της μεσαίας τάξης, οι πολιτιστικές αλλαγές φαίνονται εξίσου απειλητικές, όπως η μετανάστευση και η παγκοσμιοποίηση. Η ιθαγένεια είναι ένα πολύτιμο αγαθό για πολλούς ανθρώπους των εύπορων χωρών. Δεν είναι πρόθυμοι να την μοιραστούν με ξένους. Η ψήφος της Βρεταννίας να αποχωρήσει από την ΕΕ ήταν μία προειδοποίηση.

, τί θα γίνει; Αν ο κ. Τραμπ γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ, ίσως είναι ήδη πολύ αργά. Αλλά ας υποθέσουμε ότι δεν θα συμβεί κάτι τέτοιο ή, αν συμβεί, το αποτέλεσμα δεν θα είναι τόσο φριχτό όσο φοβάμαι. Τί πρέπει να γίνει μετά;

Πρώτον, πρέπει να γίνει κατανοητό πως βασιζόμαστε ο ένας στον άλλον για την ευημερία μας. Είναι σημαντικό να εξισορροπηθεί η εθνική κυριαρχία με τις απαιτήσεις της συνεργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η παγκόσμια διακυβέρνηση, αν και είναι σημαντική, πρέπει να κατευθυνθεί προς την ανάληψη ενεργειών που δεν μπορούν να κάνουν από μόνες τους οι χώρες. Πρέπει να εστιάσει στην παροχή βασικών δημόσιων αγαθών. Σήμερα, αυτό σημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή είναι μεγαλύτερη προτεραιότητα από το περαιτέρω άνοιγμα του παγκόσμιου εμπορίου ή των κεφαλαιακών ροών.

Δεύτερον, πρέπει να μεταρρυθμιστεί ο καπιταλισμός. Ο ρόλος του χρηματοοικονομικού τομέα είναι υπερβολικός. Η σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος έχει βελτιωθεί. Αλλά η ισορροπία των κινήτρων παραμένει προβληματική. Τα συμφέροντα των μετόχων έχουν υπερβολική βαρύτητα έναντι άλλων ενδιαφερόμενων μερών.

Τρίτον, πρέπει η διεθνής συνεργασία να επικεντρωθεί εκεί που θα βοηθήσει τις κυβερνήσεις να επιτύχουν σημαντικούς εγχώριους στόχους. Ίσως η φορολογία να είναι το πιο σημαντικό ζήτημα εδώ. Οι κάτοχοι μεγάλου πλούτου, που βασίζονται στην ασφάλεια που προσφέρουν οι νομιμοποιημένες δημοκρατίες, δεν πρέπει να μπορούν να φοροδιαφεύγουν.

Τέταρτον, πρέπει να επιταχυνθεί η οικονομική ανάπτυξη και να βελτιωθούν οι ευκαιρίες. Ένα μέρος της απάντησης είναι να υπάρξει ισχυρότερη στήριξη της συνολικής ζήτησης, ειδικά στην ευρωζώνη. Αλλά είναι εξ ίσου σημαντικό να προωθηθούν οι επενδύσεις και η καινοτομία. Μπορεί να είναι αδύνατο να αλλάξουν ριζικά οι οικονομικές προοπτικές, αλλά οι υψηλότεροι κατώτατοι μισθοί και οι γενναιόδωρες φοροαπαλλαγές για τους εργαζομένους είναι αποτελεσματικά εργαλεία για την αύξηση των εισοδημάτων στον πάτο της εισοδηματικής πυραμίδας.

Πέμπτον, πρέπει να καταπολεμηθούν οι τσαρλατάνοι. Είναι αδύνατο να αντισταθεί κανείς στις πιέσεις για τον έλεγχο των ροών ανειδίκευτων εργατών στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Αλλά κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να αλλάξει τους μισθούς. Ανάλογα, η προστασία ενάντια στις εισαγωγές έχει κόστος και δεν θα καταφέρει να αυξήσει σημαντικά το μερίδιο της μεταποίησης στην απασχόληση. Είναι αλήθεια πως το μερίδιο αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο στην Γερμανία από ό,τι είναι στις ΗΠΑ ή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά η Γερμανία έχει ένα τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα και ένα ισχυρό συγκριτικό πλεονέκτημα στην μεταποίηση. Δεν είναι κάτι που μπορεί να γενικευτεί για όλες τις χώρες.

Το κυριότερο, όμως, είναι να αναγνωριστεί η πρόκληση. Η παρατεταμένη στασιμότητα, οι πολιτιστικές αλλαγές και οι αποτυχημένες πολιτικές δημιουργούν ένα επικίνδυνο μείγμα που μπορεί να ταρακουνήσει την ισορροπία ανάμεσα στην δημοκρατική νομιμοποίηση και την παγκόσμια τάξη. Η υποψηφιότητα του κ. Τραμπ είναι πλέον γεγονός. Όσοι απορρίπτουν την σωβινιστική αντίδραση πρέπει να βγουν μπροστά με ευφάνταστες και φιλόδοξες ιδέες, με στόχο την αποκατάσταση της ισορροπίας. Δεν θα είναι εύκολο. Αλλά η αποτυχία δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή. Το διακύβευμα είναι ο ίδιος ο πολιτισμός μας.

 

* Αρθρογράφος στην εφημερίδα Financial Times